John William Polidori: O εμπνευστής της βαμπιρικής λογοτεχνίας

Ένας νέος συγγραφέας πρέπει σε πολλές περιπτώσεις να φανεί πλαστογράφος. H προσωπική του εμπειρία είναι περιορισμένη – πρέπει επομένως να αντιγράψει τα συναισθήματα άλλων κι η φαντασία του πρέπει να συμπληρώσει το σκίασμα εκεί όπου το πρότυπο του δίνει μόνο το αδρό περίγραμμα.

Aγαπητοί μου αναγνώστες, αγαπητές μου αναγνώστριες…

Ξέρω ότι είστε πολλοί και πολλές εκεί έξω που αρέσκεστε στις ιστορίες με βρικόλακες (σε αυτή τη κατηγορία ανήκω κι εγώ, οπότε μπορείτε να αισθανθείτε την απερίγραπτη χαρά μου). Γι’ αυτό ετοίμασα ένα αφιέρωμα μέσα από το οποίο θα προσεγγίσω όπως μπορώ το βίο του και την ιστορία μιας εξέχουσας μορφής του ρομαντικού κινήματος και της λογοτεχνίας του φανταστικού, η οποία δεν είναι άλλη από τον Τζον Γουίλιαμ Πολιντόρι.

*Προτείνεται ανεπιφύλακτα η ακρόαση των παρακάτω κλασικών μελωδιών για να μπείτε στο κλίμα*

Λίγα πράγματα είναι γνωστά για τη ζωή του, οπότε δε θα σας κουράσω πολύ…

Ο Άγγλος λογοτέχνης γεννήθηκε στο Γουέστμινστερ στις 7 Σεπτεμβρίου 1795 από τον Ιταλό συγγραφέα Γκετάνο Πολιντόρι και τη γκουβερνάντα Άννα Πιρς. Αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου το 1810, όπου εκπόνησε τη διατριβή του στην υπνοβασία κι έλαβε το πτυχίο του ως διδάκτωρ της ιατρικής σε ηλικία μόλις δεκαεννέα ετών!

Έξι χρόνια αργότερα, ενόσω έκανε την εξάσκηση του, έβαλε στόχο να ασχοληθεί με τη συγγραφή. H φιλία του με το λόρδο Βύρωνα έμοιαζε να είναι η ιδανική ευκαιρία, καθώς ανέλαβε χρέη προσωπικού ιατρού.

Στις 25 Μαρτίου 1816, τον συνόδευσε σε ένα ταξίδι στην ηπειρωτική Ευρώπη. Τότε, ο εκδότης του Μπάιρον, Τζον Μάρει, πρόσφερε στο γιατρό πεντακόσιες αγγλικές λίρες με σκοπό να κρατήσει ημερολόγιο τoυ ταξιδιού τους, το οποίο επιμελήθηκε αργότερα ο ανιψιός του, Γουίλιαμ Μάικλ Ροσέτι.

Στη συνέχεια, οι δυο επιστήθιοι φίλοι έφτασαν στη Γενεύη, όπου συνάντησαν τον ποιητή Πέρσι Σέλει, τη μέλλουσα σύζυγό του κι ανερχόμενη συγγραφέα, Μαίρη, και την ετεροθαλή αδελφή της κι ερωμένη του λόρδου Βύρωνα, Μαίρη Κλαιρ Κλεμόντ, στη περίφημη βίλα Diodati.

Φωτογραφία από τη ταινία ”Mary Shelley” (2017)

Eξαιτίας των άσχημων καιρικών φαινομένων που κατέκλεισαν τη περιοχή, η παρέα διηγούταν ιστορίες με φαντάσματα για να περάσουν το χρόνο τους με δημιουργική ψυχαγωγία. Ο Μπάιρον, εμπνευσμένος από αυτή τη πρωτότυπη ιδέα, πρότεινε να διεξαχθεί μεταξύ τους ένας διαγωνισμός διηγημάτων τρόμου, από τον οποίο προέκυψε η ”γέννηση” του ξακουστού ”Φράνκενσταιν” της Μαίρη Σέλει που εκδόθηκε το 1818, ένα ”Απόσπασμα”– προσχέδιο οκτώ σελίδων του Μπάιρον κι ο ”Βρυκόλακας” του Πολιντόρι.

”Θα γράψει ο καθένας μας μια ιστορία με φαντάσματα” είπε ο λόρδος Μπάιρον και η πρόταση του έγινε αμέσως δεκτή. Ήμασταν τέσσερις. Ο επιφανής συγγραφέας άρχισε μια ιστορία, ένα απόσπασμα της οποίας τύπωσε στο τέλος του ποιήματος του ”Mazeppa”. Ο Σέλει – πιο επιρρεπής στο ενσωματώνει ιδέες και συναισθήματα σε ακτινοβόλα, ευφυή, ολοζώντανα ως προς την εικονοποιία, ποιητικά σύνολα- άρχισε μια αφήγηση στις εμπειρίες της παιδικής του ηλικίας. Ο καημένος ο Πολιντόρι είχε μια τρομερή ιδέα για μια γυναίκα με ξυρισμένο κρανίο που είχε τιμωρηθεί με αυτό το τρόπο επειδή κρυφοκοίταζε μέσα από μια κλειδαρότρυπα-ξεχνάω τι έβλεπε, πάντως κάτι πολύ σκανδαλιστικό και κακό…Βάλθηκα να σκέφτομαι μια ιστορία-μια ιστορία που θα μπορούσε να συναγωνιστεί εκείνες που μας είχαν ωθήσει σ’ αυτό το εγχείρημα. Μια ιστορία που θα μιλούσε για τους μυστηριώδεις φόβους του ανθρώπου και θα προκαλούσε συγκλονιστική φρίκη, μια ιστορία που θα έκανε τον αναγνώστη να φοβάται να κοιτάξει γύρω του, που θα του πάγωνε το αίμα, που θα επιτάχυνε τους χτύπους της καρδιάς…

Απόσπασμα από την εισαγωγή της Μαίρη Σέλει στο μυθιστόρημα ”Φράνκενσταιν”

Με την έκδοση της ιστορίας στο περιοδικό ”New monthly” τον Απρίλιο του 1819, τα εύσημα αποδόθηκαν λανθασμένα στο λόρδο Βύρων. Λίγο αργότερα, επιβεβαιώθηκε πως δημιουργός ήταν ο Πολιντόρι. To βιβλίο έγινε μεγάλη λογοτεχνική κι εμπορική επιτυχία, αποφέροντας την αγάπη των αναγνωστών για το γοτθικό τρόμο και φήμη στον εν δυνάμει ποιητή, ο οποίος σε μια προσπάθεια να ξεκαθαρίσει τη παρεξήγηση, θα εκδώσει μια ημιτελή ιστορία με βαμπίρ που φέρει το τίτλο ”A Fragment”.

Η πλοκή εστιάζει στον γοητευτικό και μυστηριώδη λόρδο Ράθβεν και το νεαρό αριστοκράτη Όμπρευ. Ο δεύτερος μαθαίνει για την ύπαρξη των βρικολάκων από τις ιστορίες της Ιάνθης, μιας κοπέλας που ερωτεύεται κατά τη διαμονή τους στην Ελλάδα, η οποία αργότερα θα βρεθεί νεκρή με δαγκωματιές στο λαιμό της. Όλη η πόλη θεωρεί ότι είναι εγχείρημα ενός βρυκόλακα.

Έπειτα, ο Ράθβεν πεθαίνει, όμως λίγο πριν φτάσει εκείνη η στιγμή, βάζει τον Όμπρευ να ορκιστεί με σκοπό να μη πει σε κανέναν για το θάνατό του.

Δε ζητάω πολλά – η ζωή με εγκαταλείπει γοργά – δε μπορώ να σ΄τα εξηγήσω όλα – αν όμως δε δεχόσουν να αποκρύψεις όσα ξέρεις για εμένα, η υπόληψη μου θα έμενε άσπιλη στα στόματα του κόσμου – κι αν για κάποιο διάστημα ο θάνατος μου παρέμενε άγνωστος στην Αγγλία – εγώ – εγώ – μόνο ζωή.

Όταν όμως επιστρέφει στην Αγγλία, βρίσκει το φίλο του ζωντανό και να φλερτάρει με την αδελφή του. Ο Όμπρευ αρρωσταίνει βαριά και πεθαίνει λίγο μετά την αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας του Ράθβεν. Πλέον, είναι πολύ αργά για να γλιτώσει η αδελφή του από τα χέρια του αδίστακτου άντρα…

Οι κηδεμόνες έσπευσαν να προστατεύσουν τη δεσποινίδα Όμπρευ. Μα όταν έφτασαν, ήταν πλέον αργά. Ο λόρδος Ράθβεν είχε εξαφανιστεί και η αδελφή του Ώμπρευ είχε κορεστεί τη δίψα ενός ΒΡΥΚΟΛΑΚΑ!

Eικάζεται πως τόσο το “The Vampyre” όσο και το επίσης γοτθικό μυθιστόρημα “Ernestus Berchtold” περιέχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία από την παραμονή του Τ. Γ. Πολιντόρι στην Ελβετία, την Ιταλία και την επιστροφή του στη πατρίδα του το 1817, όπου εξάσκησε το επάγγελμα του γιατρού χωρίς ίχνος ενδιαφέροντος. Ένα από αυτά τα στοιχεία λοιπόν είναι το τροχαίο ατύχημα που είχε στις 20 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους στο Νόργουιτς, το οποίο διαμόρφωσε τραγικά το υπόλοιπο της ζωής του εξαιτίας ενός εγκεφαλικού τραύματος.

Όλως παραδόξως, ο νεαρός γιατρός και φιλόδοξος συγγραφέας δε κατάφερε να βγάλει ποτέ του χρήματα από τη πώληση του πονήματος του, ούτε να συγκεντρώσει προσοχή και θαυμασμό, όπως ο λόρδος Μπάιρον. Όντας φορτωμένος με το βαρύ φορτίο της κατάθλιψης, απογοητευμένος από τη συγγραφική αποτυχία του κι εθισμένος στα χαρτιά, θα πάρει τη πικρή απόφαση να αφαιρέσει τη ζωή του με υδροκυάνιο στο πατρικό του στο Λονδίνο στις 24 Αυγούστου 1821.

Ο βίος του μπορεί να ήταν σύντομος και τραγικός, η καριέρα του να σημείωσε απότομη πτώση, όμως όσο κι αν σας ακούγεται περίεργο, ο βρυκόλακας του κατάφερε να εμπνεύσει μετέπειτα γενιές συγγραφέων του είδους, μεταξύ των οποίων και το Μπραμ Στόκερ.

Για το τέλος, φύλαξα ένα τεράστιο ευχαριστώ από καρδιάς στη Νίκη και στον Νικόλα, που με τις γνώσεις τους στη κλασική μουσική, με βοήθησαν να ντύσω μουσικά αυτό το αφιέρωμά και σε σένα αγαπητέ αναγνώστη/ αγαπητή μου αναγνώστρια που μπήκες στο κόπο να το διαβάσεις.

Πηγές φωτογραφιών: Project Gutenberg | Scea Mills | Goodreads | Amazon UK | Alamy | Internet poem | Radio France | Δεβελιάδη Άρτεμις

Εξώφυλλο: Radio France